Περίκλειστος Κόσμος

Registered by StrangeEmily of Trikala, Trikala Greece on 4/9/2007
Buy from one of these Booksellers:
Amazon.com | Amazon UK | Amazon CA | Amazon DE | Amazon FR | Amazon IT | Bol.com
2 journalers for this copy...
Journal Entry 1 by StrangeEmily from Trikala, Trikala Greece on Monday, April 9, 2007
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ
Ημερ/νία έκδοσης: 2003


Αυτή τη στιγμή διαβάζω το βιβλίο και μου έκανε καλή εντύπωση από την αρχή. Πολύ καλή περιγραφή της καθημερινότητας φτωχών ανθρώπων με επίκεντρο τα "Προσφυγικά". Περισσότερα στο επόμενο journal μου.

Από το site της Πρωτοπορίας:

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:


Ένα πολύτροπο μυθιστόρημα στο οποίο πρωταγωνιστής είναι ο τόπος. Η περίκλειστη ασφυκτική πόλη. ʼνθρωποι παράξενοι και μοναχικοί. Ένα αγόρι ταξιδεύει μέσα από τις γυαλιστερές φωτογραφίες περιοδικών την ίδια στιγμή που η αγαπημένη του πυρπολεί το εφηβικό της κρεβάτι. Μια μαυροφόρα γυναίκα, εκστασιασμένη σαν αρχαία ιέρεια, τρομάζει τους περαστικούς με τον άγριο χορό της. Ένας ζωγράφος, καθηλωμένος στην αναπηρική πολυθρόνα, αποτυπώνει στον καμβά εικόνες από την οθόνη της τηλεόρασης. Ζωές μονοσήμαντες σαν σιδηροτροχιές περιπλέκονται και διασταυρώνονται μέσα σε μια πόλη-φρούριο. Ο Περίκλειστος κόσμος ακολουθεί τα χνάρια της ζωής, αναζητώντας τη βιογραφία του καθημερινού ανθρώπου.


ΚΡΙΤΙΚΗ

Ο τριανταπεντάχρονος Χρήστος Χρυσόπουλος είναι ένας κατά τεκμήριον στιλίστας συγγραφέας: από το «Βομβιστή του Παρθενώνα» (1996) και τις «Συνταγές του Ναπολέοντα Δελάστου» (1997) ώς τη «Σουνυάτα« (1999) και τον «Μανικιουρίστα» (2000), οι ιστορίες τις οποίες αφηγείται στηρίζονται σ' ένα σταθερά πλάγιο βλέμμα: ένα βλέμμα μέσω του οποίου εγκαθίστανται στο εσωτερικό τους ποικίλα τεχνάσματα και είδη της λογοτεχνίας, αντλημένα από τις πιο διαφορετικές περιόδους και περιοχές, με σκοπό να ανασυστήσουν (και να υποδείξουν) σε δραματικά ή ειρωνικά σχολιασμένα συμφραζόμενα την εξέλιξη και τη λειτουργία τους, σχολιάζοντας εμμέσως πλην σαφώς και την πράξη της γραφής τους. Πράξη την οποία αναδεικνύουν όχι μόνο ως ψυχρή και εργαστηριακή διαδικασία, αλλά και ως μια κατάσταση ατέρμονης και, εν κατακλείδι, μαγικής τελετουργίας. Με το καινούργιο του μυθιστόρημα, ο Χρυσόπουλος μάλλον απομακρύνεται από αυτήν τη γραμμή. Οχι πως δεν υπάρχουν κι εδώ πλήθος ειδολογικές παραπομπές -από το φωτογραφικό ημερολόγιο και το βιογραφικό πορτρέτο μέχρι το θέατρο και το μυθοπλαστικό ιστορικό χρονικό. Κι όχι πως δεν βρίσκουμε και στο ανά χείρας βιβλίο μια πλατιά γκάμα εκφραστικών τεχνικών- από την πρωτοπρόσωπη, εξομολογητική αφήγηση και τον τριτοπρόσωπο, αντικειμενικό αφηγητή ώς τους διαλόγους από τους οποίους εσκεμμένα απουσιάζουν τα αφηγηματικά μέρη. Ο συγγραφέας θέλει, παρ' όλα αυτά, να προχωρήσει τούτη τη φορά σε κάτι αλλιώτικο: να στήσει ένα άμεσα αναγνωρίσιμο σκηνικό (τουλάχιστον για όσους ζουν στην Αθήνα) και να ζωντανέψει τον αθέατο για το βιαστικό ή αδιάφορο παρατηρητή μικρόκοσμό του.

Ανύποπτα δράματα της καθημερινότητας

Ο χώρος παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στη σπονδυλωτή αρχιτεκτονική του «Περίκλειστου κόσμου». Οι ήρωες του Χρυσόπουλου κινούνται, όπως εμφανώς προκύπτει και εκ του τίτλου, σ' ένα ασφυκτικό, χωρίς προοπτική και άνοιγμα αστικό τοπίο, που δεν είναι άλλο, έστω και χωρίς να κατονομάζεται, από τα Προσφυγικά της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, στο ύψος των Αμπελοκήπων. Και στο χωροταξικά αυστηρά οριοθετημένο αυτό τοπίο, που δύσκολα κρύβει τον κοινωνικό στιγματισμό του, τα καθημερινά δράματα μοιάζουν με μιαν αυτονόητη σχεδόν πραγματικότητα. Ανθρωποι των οποίων η καταγωγή έρχεται από πολύ μακριά, ξεκινώντας σε πολλές περιπτώσεις από τις αρχές του 20ού αιώνα, υποχρεώνονται ν' αντιμετωπίσουν τις πιο αντίξοες και αντιφατικές συνθήκες, παγιδευμένοι σ' έναν τόπο στον οποίο κάθε ανάσα σημαίνει υπέρβαρο κόπο, αλλά και απλήρωτη, στο κενό ριγμένη προσπάθεια. Και από μια τέτοια οπτική γωνία, η προϊστορία των μυθιστορηματικών ηρώων (το τι έκαναν οι ίδιοι ή οι γεννήτορές τους προτού καταλήξουν στα Προσφυγικά) έχει μάλλον περιορισμένη αξία. Στον Χρυσόπουλο αρέσουν οι χρονολογίες και τα ιστορικά γεγονότα, που γίνονται συχνά πλαίσιο της δράσης, δημιουργώντας ενίοτε κι ένα ορισμένο κλίμα εποχής. Το όποιο, ωστόσο, ιστοριογραφικό υλικό του λειτουργεί κατά βάσιν μόνον ως εύγλωττος διάκοσμος ή, το πολύ, ως προοπτικό βάθος του μύθου του: ως αφορμή, με άλλα λόγια, και ως εκκίνηση για να ξετυλιχτεί η περιπέτεια ή η διαλυτική πορεία της ανθρώπινης ύπαρξης όταν καλείται να παίξει το παιχνίδι της σε προδιαγεγραμμένη κατεύθυνση και με τυφλό τον ορίζοντα των προσδοκιών της.
Ποιες είναι, όμως, οι μορφές που στέκουν ανήμπορες απέναντι στην αποκαθήλωση της μοίρας τους στον τέλεια απομονωμένο χώρο των Προσφυγικών; Ηλικιωμένοι που δεν μπορούν να ξεφύγουν από τις βασανιστικές αναμνήσεις της νιότης τους, μεσόκοποι που αρπάζουν από τα μαλλιά την τελευταία ευκαιρία για έρωτα και αγάπη, νεότεροι κλώνοι που αγωνίζονται επί ματαίω να ξεκαθαρίσουν τα κίνητρα τα οποία καθόρισαν τις σκοτεινές ή αδήλωτες ενέργειες των πατεράδων τους, αλλά και σημερινά κορίτσια ή αγόρια που, μολονότι έχουν κόψει τους δεσμούς με το απώτερο ή το απώτατο παρελθόν, δεν έχουν πάψει να υφίστανται παντοιοτρόπως τις συνέπειές του. Κοινή κατάληξη δικαίων και αδίκων, η αδυναμία να βάλουν σε κάποια αποδεκτή ισορροπία τη ζωή τους, η αποτυχία ν' ανοίξουν ένα παράθυρο ελευθερίας στο τείχος του αποκλεισμού τους. Κι όλα αυτά, τα ούτως ή άλλως λυμφατικά και μειωμένης έντασης πρόσωπα, δεν προβάλλονται παρά ελλειπτικά σχεδιασμένα και από σκοπού μισοφωτισμένα: κομμάτια και αποσπάσματα από ένα περιβάλλον το οποίο μπορεί να εκμηδενίζει με το σιδερένιο νόμο του το οποιοδήποτε εγώ, αλλά επιτρέπει με σατανική άνεση την πλήρη ατομική διάψευση και καταστροφή.

Περιστρεφόμενη σκηνή

Οι πρωταγωνιστές του Χρυσόπουλου εμφανίζονται στην αφήγηση σαν ηθοποιοί σε περιστρεφόμενη σκηνή: τους βλέπουμε για λίγο, ακούμε ή μαθαίνουμε κάποια στοιχεία για τα παθήματα και τις αβαρίες τους, κι ύστερα τους παρακολουθούμε να χάνονται βιαστικά πίσω από τις κουρτίνες, για να έρθουν άλλοι στη θέση τους, και να μιλήσουν για τα δικά τους αξεπέραστα αδιέξοδα, που δεν διαφέρουν κατά το παραμικρό από τα αδιέξοδα των προηγουμένων. Και η περιστροφή της σκηνής δεν σταματά: πρόσωπα που ήδη ξέρουμε, αίφνης επανακάμπτουν, για ν' αποκαλύψουν τώρα μια βαθύτερη ενδεχομένως πτυχή του βίου τους, αλλά ποτέ ολόκληρη την αλήθεια για τα χαλάσματα στα οποία θεμελιώθηκαν οι ωραιότερες στιγμές της διαδρομής τους. Κι αν στο παλιό εκείνο έργο του Edgar Lee Masters «Ανθολογία του Σπουν Ρίβερ» οι νεκροί μιας ασήμαντης επαρχιακής πολιτείας αποκτούν φωνή μόνο για να εξιστορήσουν το τίποτε και την ανυπαρξία τους, εν ζωή και εν θανάτω, στα Προσφυγικά της Αλεξάνδρας οι ζωντανοί αντικρίζουν κατάματα το τέλος, χωρίς να είναι έτοιμοι ούτε να ζήσουν ούτε να πεθάνουν. Και ως προς αυτό, κανείς, βέβαια, δεν θα τους εννοήσει και δεν θα τους συμπαρασταθεί.
Αν κάτι λείπει από έναν κατά τέτοιο τρόπο καταποντισμένο κόσμο, τούτο είναι, φοβάμαι, η θέρμη του πάθους -το πέρασμα της υπαρξιακής παγωνιάς των ηρώων στο πετσί τους, η αίσθηση μιας πραγματικής ανατριχίλας από τον πάγο ο οποίος πλακώνει την ψυχή και πνίγει τη συνείδησή τους. Με λιγότερο ιδεοτυπικές και σαρωτικές ή σωρευτικές καταστάσεις (αν τα Προσφυγικά λειτουργούσαν σ' ένα καθαρώς συμβολικό και αλληγορικό επίπεδο θα συζητούσαμε αλλιώς), καθώς και με περισσότερο «γεμισμένες» τις αφηγηματικές του φιγούρες, έτσι ώστε να μη μετατρέπονται (παρά τις πολλαπλές επιμέρους διαφορές τους) σε απλά εξαρτήματα της υπερκείμενης συνθήκης του εγκλεισμού, ο Χρυσόπουλος θα είχε οπωσδήποτε πετύχει πολύ ζωηρότερα (και το κυριότερο, πολύ πιο χειροπιαστά και πειστικά) αποτελέσματα.

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 28/11/2003


Journal Entry 2 by ROBBERGIRL on Sunday, April 15, 2007
Ό,τι έχω διαβάσει του Χρυσόπουλου (Σουνυάτα, Φανταστικό Μουσείο και κάποια διηγήματα σε λογοτεχνικά περιοδικά) μου αρέσουν πάρα πολύ. Όταν είδα λοιπόν αυτό το βιβλίο στα χέρια της Strange Emily χθες το βράδι στον ''Κρατήρα'' έσπευσα να της το ανταλλάξω με τη δικιά μου ''Σουνυάτα''. Και τα δυο βιβλία είναι υπογεγγραμένα από τον συγγραφέα. Και η ''χαρά της πρώτης μας συνάντησης'' μαζί του ήταν όντως ΜΕΓΑΛΗ!

Journal Entry 3 by ROBBERGIRL on Wednesday, May 16, 2007
Ο Χρυσόπουλος σκιαγραφεί τέλειους χαρακτήρες, αλλά δε ξέρει να λέει ιστορίες. Οι ήρωές του (εφιαλτικοί, μίζεροι, μικροπρεπείς κι αηδιαστικοί) σου καρφώνονται στο μυαλό μετά την ανάγνωση του βιβλίου, αλλά η πλοκή μοιάζει ημιτελής, αφημένη στη μέση, παρατημένη. Η γραφή του μου θυμίζει Παύλο Μάτεσι και ο αληθινός πρωταγωνιστής αυτού του βιβλίου δεν είναι άλλος από τη γειτονιά, από τα προσφυγικά του Νέου Κόσμου (μου θύμισε κάποια από τα ανηλεή, βάρβαρα μεσημέρια που δούλευα σε αυτή την άκαρδη γειτονιά...) Το μυθιστόρημά του ώρες-ώρες μου προκαλεί έντονη δυσφορία. Και είναι, όπως και τα άλλα δικά του που έχω διαβάσει, έντονα εγκεφαλικό και ελάχιστα - έως καθόλου- συναισθηματικό. Σου γεννά εικόνες, αλλά όχι συναισθήματα...

Journal Entry 4 by ROBBERGIRL on Wednesday, May 16, 2007
Μόλις διάβασα και την προηγούμενη κριτική. Τα προσφυγικά του βιβλίου ΔΕΝ είναι αυτά της Αλεξάνδρας, είναι αυτά του Νέου Κόσμου, πίσω από το Intercontinental. O ίδιος ο συγγραφέας έζησε εκεί επί τούτου, εμπνεύστηκε το βιβλίο κατά τη διάρκεια της παραμονής του εκεί, μόλις τώρα μετακομίζει. Και είναι σημαντικό να ξέρουμε τον τόπο, νομίζω, διότι ο τόπος σε αυτό το βιβλίο είναι ο ΑΠΟΛΥΤΟΣ πρωταγωνιστής...

Are you sure you want to delete this item? It cannot be undone.